Αλλάζοντας τον κόσμο μ' ένα βλέμμα

Βιβλιοπαρουσίαση από τον Στάντη Αποστολίδη
Ελευθεροτυπία, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 19.10.2001

Κάποια λογοτεχνικά είδη ακολουθούν τη μοίρα των προϊστορικών τεράτων. Γιγαντωμένα σε μια ορισμένη εποχή, με τη βαθμιαία μεταβολή της πνευματικής τροφικής αλυσίδας του κοινού, μαραζώνουν και συρρικνώνονται.

Χτυπητό παράδειγμα: τα Περιηγητικά. Από την Αναγέννηση ώς το 19ο αιώνα, όσο ο κόσμος δίψαγε να κατακτήσει τον πλανήτη, του πρόσφεραν ένα σαγηνευτικό ανάγνωσμα, συνδυάζοντας τις αφηγηματικές ποιότητες της λογοτεχνίας με την παρατηρητικότητα και την ακριβολεξία της επιστήμης. Κι όντως, άνοιξαν το δρόμο και σε πάμπολλα μυθιστορήματα με εξωτικό σκηνικό, μα και σε κάμποσες επιστήμες, όπως η Αρχαιολογία, η Λαογραφία, η Εθνολογία, η Φυτολογία, η Ζωολογία κ.ά.

Κάποτε όμως τ απρόσιτα γίναν βατά. Οι εικόνες ταξιδεύουν με την ταχύτητα των τηλεοράσεων και καθεμιά τους αντικαθιστά και από χίλιες λέξεις. Πόσο άραγε ν αντέξει ο γραπτός λόγος;

Ακόμα και ορισμένα σπάνια περιηγητικά που, χάριν της εικονογράφησής τους κυρίως, ανατυπώνονται ή και μεταφράζονται, δύσκολα διαβάζονται, και ίσως μόνο από μια περιέργεια να δει κανείς πώς ήταν τότε τα πράγματα, μα που ούτε αυτή δεν καταφέρνει να κρατήσει για πολύ...

Έτσι λοιπόν, σε δύσκολους καιρούς για πρίγκιπες -και πολύ περισσότερο για περιηγητές!- θέλει τόλμη να εμφανίσεις βιβλίο με τις «Αναμνήσεις ενός περιπλανώμενου». Θέλει φακό ματιού ακριβέστατο και κεραίες ευαίσθητες, που να διυλίζουν κάθε λογής ερεθίσματα, αλλά πρωτίστως ουσία προσωπική, περιεχόμενο συνείδησης, που ζει και μεταδίδει ζωντανά, μέσα απ τους δικούς της διαύλους, τις εμπειρίες της. Δίχως αυτά ξεπέφτεις είτε σε γενικόλογη ρομαντική αφήγηση και στοχασμό, που θα μπορούσε κάλλιστα να γραφεί και πάνω στην τσόχα του γραφείου, ή σε κοινότοπη παράθεση ταξιδιωτικών εμπειριών τού τύπου: «πήγα κι είδα»...

Ο Β. Ηλιακόπουλος έχει να πει. Και δεν είναι «κύριος». Δεν είναι καν απλώς «περιπλανώμενος». Είναι μάγκας, αλήτης, που χώνει τη μύτη του παντού, χωρίς διακρίσεις. Από το Κάιρο ίσαμε το Kingston, και απ τα μπιλιάρδα του Λος Αντζελες ίσαμε ένα προποτζίδικο στο Χολαργό! Από ένα ζεστό κρεβάτι, με γυναικεία αγκαλιά, σε ξενοδοχείο του Ταλίν, ώς το εξίσου ζεστό μπαράκι The Bird Flanagan, κάπου στο Δουβλίνο...

Μη έχοντας πάει βέβαια στο Mexico city ή στην πλατεία Γιαμά ελ Φνα στο Μαρακές, αδυνατώ να ελέγξω την αξιοπιστία των γραφομένων. Μα, απ το Χολαργό και του Παπάγου, που τα ξέρω καλά, η περιγραφή του επικρεμάμενου Υμηττού, καθώς τη δίνει με τα σύννεφά του τ απειλητικά, να στοιχειώνουν την κορφή, τη σημαδεμένη από κεραίες και ραντάρ, και η αίσθηση που σου περνάει, πως τα δυο προάστια ζούνε συντροφιά με το βουνό, ξέρουν τα χούγια του, περιμένουν απ αυτό τα σημάδια των καιρών, είναι τόσο χαρακτηριστική, ταυτοτική του τόπου θα λεγες, ώστε σε πείθει πως όποιος με τόσο διεισδυτικό μάτι βλέπει τη γειτονιά του, σίγουρα θα χει ενδιαφέροντα να διηγηθεί και για τις προβλήτες του Σαν Φραντσίσκο στην ακτή του Ειρηνικού...

Οι ιστορίες του είναι ξεκάρφωτες. Και γενικά η σύνθεση είναι ίσως το ασθενέστερο σημείο του βιβλίου. Από ηλιόλουστα σε χιονισμένα τοπία πόλεων, περνοδιαβαίνει, σαν ναυτικός που πήρε μονοήμερη άδεια απ το καράβι και τρέχει να προλάβει να δει και να ξαναμπαρκάρει γι αλλού. Μεταδίδει ύφη, ρυθμούς, μυρωδιές, κλίματα, καταστάσεις ολοζώντανα. Μα συνάμα πιάνεις τον άνθρωπο που σκέφτεται άγρυπνα κάτω και πίσω απ όλα αυτά. Και ξέρει να γράφει. Ξέρει να σε ταξιδέψει, όσο ασήμαντη και να ναι η αφορμή. Ξέρει να μη σ αφήσει ν' αναρωτηθείς «πού πάω;» και να εγκαταλείψεις τυχόν την περιπλάνηση στις σελίδες του. Γράφει με στέρεη αίσθηση της γλώσσας, με ακριβέστατη και ταυτόχρονα γλαφυρή πένα.

Κάθε ιστορία είναι και μια αλλαγή σκηνικού καλοδεχούμενη -μολονότι τις περισσότερες φορές δεν νοιάζεται να σου δώσει και το τέλος. Ούτε όταν πλάθει έναν μύθο ακολουθεί αναγκαία κάποια κορύφωση. Θα λεγα πως ενδιαφέρεται μόνο για τις αρχές. Συχνά αισθάνεσαι πως σ εγκαταλείπει, με μια βαλίτσα, σ έναν δρόμο μιας άγνωστής σου πόλης, χωρίς να σκοτίζεται πώς θα συνεχίσεις το ταξίδι... Τη λύση της περιπέτειας την αφήνει σχεδόν πάντα σε σένα να τη βρεις ή να τη φανταστείς... Είναι ένα βιβλίο συγκεκριμένων κεντρισμάτων, με αφηρημένες προεκτάσεις. Κατά τούτο αδικεί το ταλέντο του, γιατί τα κείμενα θα ταν ισχυρότερα αν είχαν τέλος κι αν διαφαινόταν και μια κάποια ενότητα. Ο «περιπλανώμενος» ωστόσο δεν θηρεύει δόξα λογοτεχνική και μοιάζει να πέταξε τις «αναμνήσεις» του, όπως τις είχε γραμμένες, σ έναν κάδο απορριμμάτων μιας ερημικής προκυμαίας του Port-au-Prince, σαν για ν αλαφρύνει τις αποσκευές του για το επόμενο ταξίδι. Κι ενώ εκείνος ήδη φεύγει προς άγραν νέων αναμνήσεων, τρέχουμε εμείς να προλάβουμε μια απότομη ριπή του ανέμου, που χε αρπάξει κιόλας τα πρώτα φύλλα και τα στροβιλίζει, και πιάνουμε τα υπόλοιπα μισοτσαλακωμένα. Ένα τέτοιο χειρόγραφο ακέφαλο και κολοβωμένο, μυστηριώδες και σαγηνευτικό μαζί, είν οι «Αναμνήσεις ενός περιπλανώμενου».

Ο πρόλογός του χαρακτηριστικός: «...αφού δεν έχεις σπίτι μπορείς να ζήσεις παντού! Είμαστε λοιπόν ταξιδιώτες! Και ο ταξιδιώτης αλλάζει τον κόσμο με το βλέμμα του γιατί δεν έχει μνήμη και δεν ξέρει την ιστορία των τόπων που περνά. Αφού η ιστορία χάνεται, ο ταξιδιώτης μπορεί να φτιάξει άλλες... Η μπορούμε να επιφορτίσουμε τον εαυτό μας με ένα άλλο καθήκον. Να βρούμε τη χαμένη ιστορία των τόπων που διαβαίνουμε. Αυτή που μέρα με τη μέρα θάβεται όλο και πιο βαθιά...».

Κι αν ο «πρόλογος» αυτός δεν βρίσκεται στην αρχή, αλλά στη σελίδα 46, άλλος δεν φταίει παρά η ριπή εκείνη που σκόρπισε τα φύλλα. Καλύτερη άλλωστε απ τη σειρά του ανέμου ο συγγραφέας δεν θα μπορούσε να βρει για τα -ούτως ή άλλως- «άτακτα» όσο κι αντισυμβατικά κείμενά του...


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...